Τα πρώτα καλύμματα κεφαλής άρχισαν να κατασκευάζονται περί το 800 μ.Χ. από συμπιεσμένο μαλλί προβάτων (πίλημα) ή από τρίχωμα και άλλων ζώων, όπως κάστορες και κουνέλια, φροντίζοντας έτσι να προστατέψουν από τις καιρικές συνθήκες.
Λέγεται πως ο πρώτος επαγγελματίας καπελάς δραστηριοποιήθηκε κάπου στο Μιλάνο της Ιταλίας λίγο μετά το 1500, ωστόσο, από τα μέσα του 18ου αιώνα, το καπέλο, κατασκευασμένο από τσόχα, δέρμα, τούλι ή βελούδο, αλλά και από χαρτόνι, γρασίδι ή τρίχες ουράς αλόγου, άρχισε να αποτελεί απαραίτητο στοιχείο στο καθημερινό ανδρικό και γυναικείο ντύσιμο.
Άλλωστε, το πρώτο κατάστημα που άνοιξε το 1909 η γυναίκα που άλλαξε καθοριστικά την παγκόσμια γυναικεία μόδα, η Coco Chanel, ήταν καπελάδικο, ενώ τότε και κάθε άνδρας, ανεξαρτήτως εισοδήματος και κοινωνικής τάξης, έπρεπε να φορά καπέλο όταν βρισκόταν σε εξωτερικό χώρο.
Έτσι λοιπόν, το καπέλο, πρώτα μέσον προστασίας κι έπειτα σύμβολο αρχής και εξουσίας, είτε ως ανδρικό ημίψηλο, ρεπούμπλικα, μπορ, κλακ, κουάφ, με διχτυωτό βέλο, κλος ή pillbox, είτε ως φεδόρα, φέσι, πηλήκιο, τουρμπάνι ή τσεμπέρι αλλά και πλεκτός σκούφος, μπερές, ψαθάκι ή τραγιάσκα, με την πάροδο των αιώνων εξελίχθηκε σε ενδυματολογικό αξεσουάρ που προσδίδει σε γυναίκες και άνδρες στιλ και φινέτσα.
Ενίοτε δε, και προσωπικότητα..